Τετάρτη 21 Δεκεμβρίου 2016

Δελτίο Τύπου: "Μήπως υπάρχει και η ευθύνη;"


ΣΩΜΑΤΕΙΟ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΣΤΑ ΚΕΝΤΡΑ ΠΡΟΛΗΨΗΣ
ΤΩΝ ΕΞΑΡΤΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΑΓΩΓΗΣ ΤΗΣ ΨΥΧΟΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΥΓΕΙΑΣ
21/12/2016

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Μήπως υπάρχει και η ευθύνη;

Από τον Σεπτέμβριο του 2016 έχει ξεκινήσει επίσημη διαβούλευση για τη συγκρότηση θεσμικού πλαισίου των Κέντρων Πρόληψης των Εξαρτήσεων και Προαγωγής της Ψυχοκοινωνικής Υγείας, στο πλαίσιο ομάδας εργασίας που συγκροτήθηκε βάσει  πρόσκλησης και, κατόπιν, Υπουργικής Απόφασης του Υπουργού Υγείας.

Χωρίς να είναι η ώρα μιας εφ’ όλης της ύλης δημόσιας τοποθέτησής μας, θέλουμε να επισημάνουμε δημόσια ένα βαρύνον έλλειμμα, που θεωρούμε ότι δεν αρμόζει σε Υπουργείο, ιδιαίτερα στο συγκεκριμένο Υπουργείο.

Πρόκειται για το γεγονός ότι το Υπουργείο Υγείας προκάλεσε ομάδα εργασίας για ένα πολύ σοβαρό ζήτημα, δίχως να έχει επίσημη θέση γι’ αυτό και δίχως έστω να αποκτήσει επίσημη θέση στους 3 μήνες που συνεδριάζει η ομάδα εργασίας.

Αυτό αναδείχθηκε στις δύο τελευταίες συνεδριάσεις και επιβεβαιώθηκε από πλευράς Υπουργείου Υγείας, με τη σημείωση μάλιστα πως αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει στο πλαίσιο της ομάδας εργασίας.

Αρνούμαστε να πιστέψουμε ότι το Υπουργείο που εποπτεύει τα Κέντρα Πρόληψης, δεν έχει πρόταση για το παρόν και το μέλλον τους μέσα σε συνθήκες που μια ολόκληρη κοινωνία προσπαθεί να επιβιώσει και μας καλεί να τη συντρέξουμε. Μήπως υπάρχει πρόταση και δεν την αποκαλύπτουν;

Καλούμε, λοιπόν, το Υπουργείο Υγείας να «ανοίξει τα χαρτιά του», όπως έκανε το Σωματείο μας, που από τους συμμετέχοντες φορείς είναι ο μόνος που κατέθεσε νομιμοποιημένη και επίσημη πρόταση αλλαγής του καθεστώτος των αστικών μη κερδοσκοπικών εταιρειών, που λεηλατεί τα Κέντρα Πρόληψης και τις δημιουργικές δυνάμεις τους.


Το Δ.Σ. του Σωματείου

Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2016

Άρθρο Συντονίστριας της Επιστημονικής Επιτροπής του Σωματείου: "Καθολική πρόληψη στην κοινότητα. Ή αλλιώς: Συνθέτοντας τον κοινωνικό ιστό"

Καθολική πρόληψη στην κοινότητα.
Ή αλλιώς: Συνθέτοντας τον κοινωνικό ιστό




Της Έφης Παπαδάτου. 
Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια, Στέλεχος του Κέντρου Πρόληψης Κέρκυρας «Ν. Μώρος», Συντονίστρια της Επιστημονικής Επιτροπής του Σωματείου Εργαζομένων στα Κ.Π.
Τα 75 Κέντρα Πρόληψης των Εξαρτήσεων και Προαγωγής της Ψυχοκοινωνικής Υγείας [στο εξής ΚΠ] που εδώ και είκοσι χρόνια λειτουργούν στη χώρα μας αποτελούν σημαντικές δομές παροχής δωρεάν υπηρεσιών πρόληψης των εξαρτήσεων και προαγωγής της ψυχοκοινωνικής υγείας. Όταν μιλάμε για προαγωγή της ψυχοκοινωνικής υγείας, εννοούμε την ανάπτυξη προσωπικών και κοινωνικών δεξιοτήτων, όπως αυτοεκτίμηση, ανάληψη ευθύνης, διαχείριση του άγχους, ενίσχυση της αποδοχής της διαφορετικότητας, ομαλή μετάβαση από το ένα αναπτυξιακό στάδιο στο άλλο, επικοινωνία, αναγνώριση και έκφραση συναισθημάτων, δημιουργική σύγκρουση κ.ά. Οι δεξιότητες αυτές αποτελούν ασπίδα ενάντια στην υιοθέτηση βλαπτικών συμπεριφορών και συμβάλλουν συνολικά στην ποιότητα ζωής των ανθρώπων. Οι παρεμβάσεις τους, παρεμβάσεις που σχεδιάζονται και υλοποιούνται τακτικά στο πλαίσιο μιας φιλοσοφίας που συνεκτιμά τις γενικές συνθήκες και τις τοπικές και προσωπικές ιδιαιτερότητες ως προς τα κοινωνικά, οικονομικά πολιτιστικά και αξιακά δεδομένα, απευθύνονται κυρίως σε παιδιά, εφήβους, νέους, εκπαιδευτικούς, γονείς και άλλες  πληθυσμιακές ομάδες.
Ενεργοποίηση των ανθρώπων, συγκρότηση της κοινότητας
Πρωταρχικός ρόλος της Πρόληψης είναι να παρεμβαίνει στις τοπικές κοινωνίες, να ενημερώνει, να ευαισθητοποιεί, να ενεργοποιεί και να διασυνδέει τις τοπικές, υγιείς δυνάμεις, διευκολύνοντας την αποτελεσματική επικοινωνία. Οι αρχές και οι αξίες της Πρόληψης διαχέονται στην κοινωνία, μέσα από τις σχέσεις που δημιουργούνται ανάμεσα στα άτομα-φορείς που συμμετέχουν στις δράσεις και έχουν ευαισθητοποιηθεί-εκπαιδευτεί από τα ΚΠ, με αποτέλεσμα τη σταδιακή αλλαγή στάσεων, σχέσεων και συμπεριφορών. Διευκολύνει τη δημιουργία ισότιμων σχέσεων που βασίζονται στο σεβασμό και την αποδοχή, ενθαρρύνοντας την ενίσχυση της αυτοεκτίμησης και των δεξιοτήτων αυτοπροστασίας που είναι απαραίτητες για την πρόληψη αυτοκαταστροφικών συμπεριφορών στις ομάδες των εφήβων.
Ως κύρια μεθοδολογία στις παρεμβάσεις πρόληψης αξιοποιούνται οι αρχές της βιωματικής μάθησης και του ψυχοκοινωνικού μοντέλου, οι οποίες συμβάλλουν στην  καλλιέργεια αξιών στις σχέσεις των ενηλίκων λειτουργώντας  ως παράδειγμα για τα παιδιά, τόσο στο χώρο της οικογένειας όσο και στο χώρο του σχολείου.
Η βιωματική μάθηση προσφέρει την ευκαιρία στους συμμετέχοντες να αλληλεπιδράσουν, να ανταλλάξουν ιδέες και εμπειρίες ουσιαστικής επικοινωνίας και να συγκατασκευάσουν θεωρία και γνώση, την οποία στη συνέχεια τη μεταλαμπαδεύουν στις σχέσεις τους, λειτουργώντας ως πρότυπα και ως  πολλαπλασιαστές των αρχών της πρόληψης στην τοπική κοινότητα.
Η σταδιακή αλλαγή στάσεων και η δημιουργία ενός κλίματος αποδοχής και εμπιστοσύνης στο χώρο της οικογένειας, του σχολείου, αλλά και της ευρύτερης κοινότητας ευνοεί την αυτενέργεια και την ανάπτυξη του ατομικού δυναμικού, συμβάλλοντας μακροπρόθεσμα στη μείωση της ανάπτυξης παθολογίας και κατ’ επέκταση στην εξοικονόμηση πόρων σε όλα τα επίπεδα.
Οι πολύπλευρες-πολυεπίπεδες δράσεις των ΚΠ, αφ’ ενός στοχεύουν στην εξομάλυνση των παραγόντων κινδύνου που παράγουν το «σύμπτωμα» αφ’ ετέρου εστιάζουν στη συστηματική ενίσχυση των παραγόντων προστασίας. Η ομάδα των στελεχών πρόληψης, υιοθετώντας τις αρχές  της αποτελεσματικής επικοινωνίας, διαμορφώνει πρότυπα σχέσεων και ενεργητικής ακρόασης.
Ένα μέρος του έργου των ΚΠ είναι και η συμβουλευτική, η οποία συνδέεται με το ρόλο του ΚΠ ως καταλύτη και ως φορέα διασύνδεσης με τις δομές της τοπικής κοινωνίας. Στόχος είναι η διερεύνηση του αιτήματος και των αναγκών, η ενίσχυση του ατόμου στην αναγνώριση του προβλήματος και της ανάγκης να πάρει εξειδικευμένη βοήθεια (ενημέρωση- κινητοποίηση). Αποτελεί πολύ σημαντική παρέμβαση ως προς την κινητοποίηση του ατόμου και σαφώς απαιτεί σημαντικές δεξιότητες των στελεχών που εμπλέκονται σ’ αυτό, ιδιαιτέρως όταν απουσιάζουν δομές-κλειδιά από τις τοπικές κοινότητες. Χρειάζεται όμως διάκριση-οριοθέτηση από το θεραπευτικό έργο, γιατί υπάρχει ο κίνδυνος να μετασχηματιστεί ή να ατονήσει ο κυρίαρχος ρόλος των ΚΠ που είναι η παρέμβαση πριν εμφανιστεί το πρόβλημα και όχι η διαχείρισή του, δηλαδή η Καθολική Πρόληψη, με όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά.
Υπόθεση της Κοινωνίας. Της Πολιτείας;
Είναι πολύ εύκολο ίσως να παρασυρθούμε από τη γενικότερη τάση της εποχής, να εστιάσουμε δηλαδή στο «πρόβλημα» και να εξαντλήσουμε τις δυνάμεις μας στην επίλυσή του, παραβλέποντας τις γενεσιουργούς αιτίες. Ο ρόλος μας είναι να διευρύνουμε την οπτική μας και να αποκτήσουμε μια ολόπλευρη εικόνα για τους παράγοντες που συνδέονται με το φαινόμενο των εξαρτήσεων και να παρέμβουμε στα δομικά στοιχεία του και όχι στο σύμπτωμα, που απλά αποτελεί μια πιθανή έκφρασή του.
Το έργο των Κέντρων Πρόληψης έχει αναγνωριστεί διεθνώς και έχει χαρακτηριστεί ως πρωτοποριακό και παραγωγικό, παρόλα αυτά η Πολιτεία, εδώ και χρόνια, τα οδηγεί σε σταδιακή υποβάθμιση και αποδυνάμωση. Είναι στο χέρι της εκάστοτε τοπικής κοινότητας, αλλά και ολόκληρης της  κοινωνίας, γενικότερα, να διεκδικήσει το δικαίωμά της στην Πρόληψη και την Υγεία, απευθύνοντας φωνές διαμαρτυρίας και διεκδίκησης από κάθε Νομό της Ελλάδας, ζητώντας από την Πολιτεία να αναλάβει τις ευθύνες της και να προχωρήσει στην οριστική, αλλά και ουσιαστική επίλυση του θεσμικού ζητήματος των Κέντρων Πρόληψης: σεβόμενη την ιδιαίτερη, πλούσια επιστημονική κουλτούρα τους και εξασφαλίζοντας τη σταθερότητα και τη βιωσιμότητά τους, όπως αρμόζει σε δομές οι οποίες τάσσονται με συνέπεια, σεβασμό και αφοσίωση όλα αυτά τα χρόνια στο απαιτητικό και πολύπλευρο έργο τους στην καρδιά της κοινωνίας που… χτυπά σταθερά και συντονισμένα, παρά τις δυσκολίες, σε 75 διαφορετικά σημεία της Ελλάδας!

Αναδημοσίευση από το Virus

Σάββατο 3 Δεκεμβρίου 2016

Άρθρο του αντιπροέδρου του Σωματείου: "Για την πρόληψη και τη θεσμική της αναγνώριση"


Για την πρόληψη και τη θεσμική της αναγνώριση

Γιώργος Λεχουρίτης* | 01.12.2016










Η καλή υγεία του πληθυσμού αποτελεί βασική προϋπόθεση για την ευημερία του, αλλά και τη διαθεσιμότητα του παραγωγικού-εργατικού δυναμικού και αντίστροφα. Η αλληλεξάρτηση μεταξύ οικονομικής, πολιτιστικής ανάπτυξης και υγείας έχει ιστορικά διαπιστωθεί.
Σύμφωνα με τον ΠΟΥ:  «Η έννοια της ποιότητας ζωής καθορίζεται τόσο από το πως αντιλαμβάνεται το άτομο τη θέση του στη ζωή, στο πολιτιστικό πλαίσιο και στο σύστημα αξιών μέσα στο οποίο ζει, όσο και από τους στόχους, τις προσδοκίες, το επίπεδο διαβίωσης και τα ενδιαφέροντα του.  Είναι μια ευρεία έννοια που επηρεάζεται ποικιλότροπα από τη φυσική και ψυχολογική κατάσταση του ατόμου, το επίπεδο ανεξαρτησίας του, τις κοινωνικές του σχέσεις και τις σχέσεις με το περιβάλλον του».
Η καλή υγεία του πληθυσμού αποτελεί βασική προϋπόθεση για την ευημερία του, αλλά και τη διαθεσιμότητα του παραγωγικού-εργατικού δυναμικού και αντίστροφα. Η αλληλεξάρτηση μεταξύ οικονομικής, πολιτιστικής ανάπτυξης και υγείας έχει ιστορικά διαπιστωθεί.
Έτσι, λαμβάνουμε υπόψη μας ότι ο άνθρωπος είναι μία ολοκληρωμένη φυσική και πνευματική ύπαρξη και είναι υποχρεωμένος να συνδυάζει τον τρόπο ζωής και τις συνθήκες ζωής.
 Ο τρόπος ζωής (κάπνισμα, αλκοόλ, ναρκωτικά, διατροφή, επιθετικότητα, βία κτλ.) δεν είναι μία σταθερή κατάσταση, αλλά ένας παράγοντας που επηρεάζεται από τις συνθήκες ζωής (φυσικό, εργασιακό, πολιτισμικό, κοινωνικό, οικογενειακό και σχολικό περιβάλλον, οικονομική κατάσταση, διαφήμιση, μέσα επικοινωνίας,  βλ. Ολιστική Διαλεκτική Προσέγγιση).
Συνεπώς η ανθρώπινη συμπεριφορά, το φυσικό και το κοινωνικό περιβάλλον αποτελούν αποφασιστικούς παράγοντες στην προαγωγή της ψυχοκοινωνικής υγείας και συνολικά της πρόληψης.
Πολλά, λοιπόν, από τα σύγχρονα ψυχοκοινωνικά προβλήματα στο βαθμό που σήμερα απαντώνται, είναι απόρροια του σύγχρονου μοντέλου ανάπτυξης σε οικονομικό, κοινωνικό και πολιτισμικό επίπεδο και κατ’ επέκταση των στάσεων, προτύπων και τρόπων ζωής, που το κυρίαρχο μοντέλο υπαγορεύει στους ανθρώπους (Ζαφειρίδης, 2000). Πιο συγκεκριμένα το μοντέλο αυτό, χαρακτηρίζεται από µια σειρά φαινομένων όπως ο έντονος ανταγωνισμός, η αναγωγή του πλούτου και της δύναμης σε υπέρτατη αξία, η εντατικοποίηση της εργασίας και των ρυθμών ζωής γενικότερα. Τα φαινόμενα αυτά που αποτελούν προτεραιότητες του συγκεκριμένου μοντέλου και υπηρετούν την επιβίωση του, δεν διασφαλίζουν µε κανένα τρόπο την ψυχική και σωματική υγεία του ανθρώπου.
Τουναντίον δημιουργούν μοναξιά, εγωκεντρισμό, παθητικότητα, αποπροσωποποίηση του ατόμου, αποκλεισμό όσων δεν ανταποκρίνονται στις απάνθρωπες απαιτήσεις του κυρίαρχου μοντέλου.
Δημιουργούνται δηλαδή µια σειρά από ψυχοπιεστικές συνθήκες που αποτελούν τροχοπέδη για την κάλυψη βασικών ανθρώπινων αναγκών, όπως η ανάγκη για συντροφικότητα, αλληλεγγύη, ειλικρινείς και έντιμες ανθρώπινες σχέσεις.
Η µη κάλυψη τέτοιων συναισθηματικών, πνευματικών και ηθικών αναγκών συνδέεται στενά µε την κατακόρυφη αύξηση της ατομικής ψυχοπαθολογίας και κατ’ επέκταση των ψυχοκοινωνικών προβλημάτων (Ζαφειρίδης, 1988).
Τα ψυχοκοινωνικά προβλήματα λοιπόν που προκαλούνται µε αυτούς τους τρόπους, μπορούν να θεωρηθούν ως συμπτώματα ενός πολιτικοκοινωνικού συστήματος που βρίσκεται σε κρίση. Όσο, λοιπόν, συνεχίζεται η κρίση αξιών και οραμάτων που διέπει το αναπτυξιακό µας μοντέλο τόσο θα παρατηρούμε το φαινόμενο, τα ψυχοκοινωνικά προβλήματα να αυξάνονται και να γίνονται όλο και πιο δισεπίλυτα, παρά την αύξηση η/και τη βελτίωση των παρεχομένων υπηρεσιών πρόληψης και θεραπείας.
Ένα πρόγραμμα πρόληψης των εξαρτήσεων και προαγωγής της ψυχοκοινωνικής υγείας αποτελείται από τρία αλληλεξαρτώμενα βήματα: τον σχεδιασμό, την εφαρμογή και την αξιολόγηση.  Ο σχεδιασμός περιλαμβάνει εφτά βασικούς άξονες που είναι: η επιλογή και η καταγραφή του πληθυσμού, η επισήμανση των αναγκών, ο καθορισμός στόχων, η καταγραφή συγκεκριμένων επιδιώξεων, η αποτίμηση πόρων και δυνατοτήτων, η περιγραφή της μεθοδολογίας και ο σχεδιασμός της αξιολόγησης(που εμπλουτίζει την συνολική παρέμβαση). Η εφαρμογή του προγράμματος αποτελεί την πράξη όλων όσων έχουν διατυπωθεί στο σχεδιασμό και η αξιολόγηση κάθε προγράμματος αφορά όλα τα στάδια και κυρίως τα αποτελέσματα από την επιστημονική ομάδα που το υλοποίησε.
Η πρακτική μας στην πρόληψη μας οδήγησε στο να εκτιμήσουμε  τις δραστηριότητες μας, με κριτήριο όχι πια την αντιμετώπιση του συμπτώματος, αλλά τις ανάγκες και τις ιδιαιτερότητες των ανθρώπων που απαρτίζουν μια κοινότητα.
Εστιάζουμε λοιπόν την προσοχή μας περισσότερο στο ερώτημα «σε ποιους πληθυσμούς απευθυνόμαστε»;
Μας ενδιαφέρει λοιπόν να εστιάσουμε την προσοχή μας στις  γενικές ή καθολικές παρεμβάσεις που απευθύνονται σε όλο τον πληθυσμό μιας κοινότητας ο οποίος δεν έχει επιλεγεί με κριτήριο τον προσωπικό κίνδυνο που διατρέχει το κάθε μέλος να εξαρτηθεί από ουσίες.
Δεν επιλέγονται δηλαδή τα πρόσωπα στα οποία απευθύνεται μια τέτοια παρέμβαση, λόγω κάποιων χαρακτηριστικών τους (ψυχολογικών, κοινωνικών κ.ά.), που συνήθως θεωρούνται σχετικά προς τη χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών , αλλά οι παρεμβάσεις απευθύνονται σε όλα ανεξαιρέτως τα μέλη μιας ομάδας ή κοινότητας κ. λ. π.
Τέτοια προγράμματα για παράδειγμα είναι αυτά που γίνονται σε σχολεία(εκπαιδευτικοί και μαθητές), στην οικογένεια (γονείς), ή αυτά που στοχεύουν στην ενημέρωση του ευρύτερου κοινού.
Η εφαρμογή των προγραμμάτων Πρόληψης στο πλαίσιο της Κοινότητας, στηρίζεται στην ενεργητική/ βιωματική μάθηση, έχει δε σκοπό την αλλαγή στάσης, κουλτούρας και συμπεριφοράς της Κοινότητας ενισχύοντας την υπευθυνότητα, την επικοινωνία, την αυτοπεποίθηση, την αυτοεκτίμηση και τις δεξιότητες, ατόμων, ομάδων και τελικώς και της ίδιας της Κοινότητας ως σύνολο.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι αυτές οι παρεμβάσεις δεν εστιάζουν αποκλειστικά στο σύμπτωμα, δηλαδή στο «μη υγιές» κομμάτι μιας κοινότητας, αλλά στο αντίθετο: στο πόσο υγιείς μπορούν να γίνουν οι σχέσεις σε μια κοινότητα έτσι που να μειώνεται η ζήτηση εξαρτησιογόνων ουσιών. Με αυτό τον τρόπο καταφέρνουμε να:
α) εστιάζουμε στη θετική πλευρά των σχέσεών μας και άρα να μην απογοητευόμαστε εύκολα,
β) να αποφεύγουμε την τάση να θεωρήσουμε την πρόληψη απλώς ως μια φιλανθρωπία ή ιεραποστολή ενημέρωσης, αφού τα προηγούμενα χρόνια αυτές οι πρακτικές αποδείχθηκαν εντελώς αποσπασματικές έως και επικίνδυνες,
γ) εστιάζουμε στην προαγωγή της ψυχικής υγείας για όλη την κοινότητα, δραστηριότητα που σχετίζεται με την ποιότητα ζωής του συνόλου των μελών της και
δ) αποφεύγουμε να στιγματίσουμε τα μέλη εκείνα που φαίνεται να διατρέχουν περισσότερο κίνδυνο.
Είναι σαφές λοιπόν από όλα τα παραπάνω ότι η πρόληψη δεν μπορεί εύκολα να τεμαχιστεί σε μέρη, χωρίς αυτά να βρίσκονται σε μια αρμονική και βιώσιμη συνεργασία.
Από την άλλη ένα ισχυρό θεσμικό πλαίσιο για την Πρόληψη δεν μπορεί να είναι ξεκομμένο από τις σύγχρονες επιστημονικές απόψεις και τις κοινωνικές, οικονομικές συνθήκες. Πρέπει ακόμη να περιέχει ή να προϋποθέτει την ύπαρξη τέτοιων αρχών, απόψεων ή ιδεών, ώστε να μπορεί να επιτύχει τους στόχους του και να γίνει κοινωνικά αποδεκτό. Για το λόγο αυτό, κρίνεται αναγκαίος ο προσανατολισμός της θεσμικής αναγνώρισης της Πρόληψης  και του Πανελλαδικού Δικτύου Κέντρων Πρόληψης από την Πολιτεία, σε ένα λειτουργικά αυτόνομο και  καινοτόμο φορέα. (βλ. την ολοκληρωμένη πρόταση του Σωματείου Εργαζομένων στα Κέντρα Πρόληψης)
Η αξία μιας πλατιάς θεώρησης για την Πρόληψη έγκειται στην αλλαγή επιστημονικού παραδείγματος και στην κινητοποίηση όλων των μέσων για την άρση και εξουδετέρωση των εμποδίων και των κληρονομημένων πρακτικών (βιολογισμό, ψυχιατρικοποίηση, ψυχολογισμό η κοινωνιολογισμό, ελιτισμό) και προϋποθέτει ολοκληρωμένο σχεδιασμό Πανελλαδικής Πολιτικής Πρόληψης.
Τέλος, είναι αναγκαίο οι προληπτικές παρεμβάσεις μας να έχουν συνέχεια στο χρόνο, τόσο γιατί τα μέσα που χρησιμοποιούμε αποδεικνύουν την αποτελεσματικότητά τους μακροπρόθεσμα (αλλαγή κουλτούρας, στάσης και συνείδησης) αλλά και γιατί είναι απαραίτητη η ανατροφοδότηση μας γύρω από τα αποτελέσματα, τις δυσκολίες και τις ιδιαιτερότητες κάθε παρέμβασης έτσι ώστε να σχεδιάζουμε πιο ολοκληρωμένα το μέλλον.
Στον ηλεκτρονικό σύνδεσμο www.prolipsiworkers.gr μπορείτε να διαβάσετε το  συλλογικό μας έργο: «Κοινότητα, πρόληψη των εξαρτήσεων, Κέντρα Πρόληψης» που διατίθεται ελεύθερα και ανοίγει τον επιστημονικό και ουσιαστικό διάλογο με την επίσημη πρόταση μας, του Σωματείου Εργαζομένων στα Κέντρα Πρόληψης. 

* Ο Γιώργος Λεχουρίτης είναι αντιπρόεδρος στο Δ.Σ. του Σωματείου Εργαζομένων στα Κέντρα Πρόληψης

Αναδημοσίευση από το Rproject

Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου 2016

Συνέντευξη της Υπεύθυνης Παραρτήματος Κ. Μακεδονίας του Σωματείου για την καθολική πρόληψη


H ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΤΗΣ “ΠΡΟΣΒΑΣΗ” ΗΜΑΘΙΑΣ ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΤΣΟΛΑΚΗ ΣΤΑ “ΠΕΡΙΞ”



Δεκαπέντε χρόνια λειτουργεί το Κέντρο πρόληψης “ΠΡΟΣΒΑΣΗ” στη Βέροια με σημαντικές δράσεις για την πρόληψη των εξαρτήσεων και την προαγωγή της ψυχοκοινωνικής υγείας. H επιστημονική υπεύθυνη της “ΠΡΟΣΒΑΣΗΣ” Ημαθίας Χριστίνα Τσολάκη μιλώντας στα “Πέριξ”της ΤV100 τόνισε ότι τα τελευταία χρόνια παρατηρείται αύξηση του ποσοστού των εφήβων που έχουν δοκιμάσει τουλάχιστον μια φορά ινδική κάνναβη. Παράλληλα έχουν αυξηθεί τα ποσοστά των εφήβων που καταναλώνουν αλκοόλ παρότι υπολείπονται σε σχέση με το μέσο όρο των άλλων χωρών της Ε.Ε.

Αναδημοσίευση από το TV 100
_